Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Από τον Λουτσένα στην Σοβιετική Σχολή (Μέρος Α')


Το σκάκι, όπως το ξέρουμε και το παίζουμε σήμερα, έχει μια ιστορία περίπου 500 ετών. Ήταν γύρω στο 1500 όταν έγιναν οι τελευταίες αλλαγές στην ονομασία και στις κινήσεις των κομματιών και καθιερώθηκαν οι κανονισμοί του παιχνιδιού. Αν κανείς αναζητήσει όμως τις απαρχές του παιχνιδιού, θα πρέπει να  «ταξιδέψει» πολλούς αιώνες πίσω. Στρατηγικά παιχνίδια τα οποία παίζονταν σε τετράγωνο ταμπλό υπήρχαν σε πολλούς λαούς εδώ και περίπου 5000 χρόνια, γύρω δηλαδή στο 3000 π.Χ. Υπάρχουν απεικονίσεις τέτοιων παιχνιδιών σε Αιγυπτιακές παραστάσεις που χρονολογούνται εκεί γύρω. Στην Αρχαία Ελλάδα δε, παίζονταν ένα τέτοιο παιχνίδι, το οποίο ονομάζονταν «πεσσοί» (ακόμα και σήμερα λέμε πολλές φορές «πεσσούς» τα σκακιστικά κομμάτια), παραστάσεις του οποίου σώζονται σε αμφορείς. Φυσικά αυτά τα παιχνίδια, μονάχα μακρινή συγγένεια έχουν με το σκάκι. Αποτελούν προδρόμους ουσιαστικά του παιχνιδιού, το οποίο είναι επιβεβαιωμένο πια ότι μας έρχεται από την ανατολή, αν και ακόμη διίστανται οι απόψεις για το αν είναι τελικά η Ινδία ή η Περσία η χώρα προέλευσης του. Ορισμένοι μελετητές αναφέρουν και την Κίνα ως πιθανή χώρα αρχικής προέλευσης. Σε παλαιά Ινδικά χειρόγραφα, το παιχνίδι εμφανίζεται με την ονομασία «τσατούραγκα» που στα ινδικά σημαίνει «τετραμερής», όπως δηλαδή ονομάζονταν ο Ινδικός στρατός που αποτέλεσε το πρότυπο κατ’ αυτήν την θεωρία για την δημιουργία των πρώτων σκακιστικών κομματιών. Άρματα, ίπποι, ελέφαντες και στρατιώτες (τα 4 μέρη του στρατού), οδηγούμενα από έναν βασιλιά, αυτά ήταν τα πρώτα κομμάτια. Από την άλλη, η «υποψηφιότητα» της Περσίας έρχεται να υποστηριχτεί από τις πιο διαδεδομένες σκακιστικές λέξεις «ΣΑΧ» και «ΜΑΤ», οι οποίες είναι βέβαια περσικές και σημαίνουν πολύ απλά «βασιλιάς» (Σάχης) και «νεκρός» (ματ). Ο βασιλιάς είναι νεκρός. Σαχ – ματ!
Για να προχωρήσουμε με ιστορικά δεδομένα, το σκάκι με την αραβική πια ονομασία του (σατράνζ) μεταφέρεται στην Ευρώπη γύρω στο 650. Οι Μαυριτανοί το φέρνουν στην Ισπανία και οι Σαρακηνοί στην Σικελία και στο Βυζάντιο. Από κει, διαδίδεται στην κεντρική Ευρώπη, αλλά και στη Ρωσία και τις Βαλτικές χώρες. Μέχρι τον 10ο αιώνα, οι Άραβες είναι αυτοί που κυριαρχούν στο παιχνίδι. Στην ιστορία έμειναν επίσης τα σκακιστικά προβλήματα των Αράβων συνθετών, οι λεγόμενες «μανσούβες». Στα πρώτα χρόνια τις διάδοσης του παιχνιδιού στην Ευρώπη, το σκάκι παίζονταν κυρίως από τις ανώτερες τάξεις.

ΛΟΥΤΣΕΝΑ, ΡΟΥΙ ΛΟΠΕΖ ΚΑΙ ΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

Έμποροι και ταξιδευτές διαδίδουν το παιχνίδι σε όλη την Ευρώπη, το οποίο αρχίζει να περνάει και στα λαϊκά στρώματα. Περίπου στα 1475 γίνονται οι τελευταίες αλλαγές στις φιγούρες, στις κινήσεις και τους κανονισμούς και έτσι το σκάκι περνάει στην σύγχρονη μορφή του. Το 1495 εκδίδεται το πρώτο σκακιστικό βιβλίο στην Ισπανία! Δυστυχώς δεν σώζεται πια.
Το 1497 εκδίδεται το σύγγραμμα του Λουίς Λουτσένα «Πραγματεία για τον έρωτα και την τέχνη του σκακιού» και πάλι στην Ισπανία. Όπως φανερώνει ο τίτλος του, δεν επρόκειτο για αμιγώς σκακιστικό βιβλίο, ωστόσο θεωρείται το πρώτο (τουλάχιστον από αυτά που σώζονται). Ο Λουτσένα ήταν σπουδαστής στη Σαλαμάνκα όταν έγραψε το βιβλίο, το σκακιστικό τμήμα του οποίου περιέχει 150 προβλήματα και αναλύσεις (προφανώς πρωτόλειες φυσικά) 10 ανοιγμάτων! Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός αυτό, διότι δείχνει ότι οι παίχτες του σκακιού είχαν αρχίσει ήδη να προσπαθούν να συστηματοποιήσουν το παιχνίδι. Ιδιαίτερα στην αρχική φάση (στο άνοιγμα) είχαν καταλάβει ότι οι κινήσεις πρέπει να γίνουν με μια συνοχή και να διέπονται από ένα γενικότερο σχέδιο, διαφορετικά οι παίχτες θα έφταναν στο μέσο της παρτίδας με κομμάτια ατάκτως ερριμμένα, χωρίς σαφές πλάνο και στόχους.
Ο Λουτσένα ήταν γιος πρεσβευτή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ταξιδέψει σε πολλές χώρες. Όπως ο ίδιος αναφέρει στο βιβλίο του, τα ανοίγματα αυτά τα σημείωσε στα ταξίδια του και ήταν ακριβώς αυτά που χρησιμοποιούνταν ευρέως στην εποχή του. Φυσικά η ανάλυση περιέχει λάθη, ακόμα και στοιχειώδη, αλλά αυτό δεν είναι τόσο σημαντικό. Το ουσιώδες είναι ότι αρχίζει η συστηματική προσπάθεια κατανόησης και ανάλυσης του παιχνιδιού.
Ένα από τα ανοίγματα που εμφανίζονται στο σύγγραμμα του Λουτσένα είναι και η Γαλλική άμυνα (1.ε4 ε6).  Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι ένα από τα σπουδαιότερα ανοίγματα μέχρι τις μέρες μας, για το οποίο η θεωρία συνεχίζει να ψάχνει και να ανακαλύπτει πράγματα ακόμα και τώρα, παίζονταν (στις αρχικές κινήσεις τουλάχιστον) πριν από 500 και πλέον χρόνια! Το όνομα της βέβαια, το πήρε πολύ αργότερα. Το 1834 το Παρίσι με το Λονδίνο (ομάδες σκακιστών από τις δύο πόλεις) έπαιξαν ένα ματς αλληλογραφίας μεταξύ τους. Η επιτυχής χρησιμοποίηση του ανοίγματος αυτού από τους Παριζιάνους σκακιστές, έδωσε στο άνοιγμα το όνομα «Γαλλική άμυνα».
Ένας άλλος Ισπανός σκακιστής, ο Ρουί Λοπέζ ντε Σεγκούρα, γράφει ένα ακόμα σκακιστικό σύγγραμμα το 1561. Ο Ρουί Λοπέζ απέκτησε φήμη για την σκακιστική του δεινότητα και μαζί την εύνοια του βασιλιά Φιλίππου του Β’. Το σκάκι εκείνη την εποχή παίζονταν κυρίως στις βασιλικές αυλές. Το 1560 επισκέφθηκε τη Ρώμη όπου και θριάμβευσε επί των ισχυρότερων Ιταλών σκακιστών. Εκεί, όπως ο ίδιος αναφέρει, ανακάλυψε ένα σκακιστικό βιβλίο του Ιταλού Νταμιάνο και θέλησε να απαντήσει σε αυτό, γράφοντας το δικό του, ένα χρόνο αργότερα. Έχουμε λοιπόν, την πρώτη σκακιστική θεωρητική διαμάχη!
Στο βιβλίο του, ο Λοπέζ δίνει μερικά ανοίγματα που δεν είχαν ως τότε εξεταστεί. Σημαντικότερα απ’ αυτά είναι το γκαμπί του βασιλιά (1.e4 e5, 2. f4) και η Ισπανική παρτίδα ή άνοιγμα «Ρουί Λοπέζ» (1.e4 e5 2. Nf3 Nc6 3. Bb5). 
Η βασική θέση του ανοίγματος Ρουί Λοπέζ. 
Ακόμη και σήμερα εμφανίζεται και με τα δύο ονόματα. Και τα δύο ανοίγματα έπαιξαν τεράστιο ρόλο στην ανάπτυξη του παιχνιδιού. Το γκαμπί του βασιλιά κυρίως κατά την ρομαντική περίοδο και η Ισπανική παρτίδα σε όλη την διάρκεια της σύγχρονης ιστορίας του σκακιού, καθώς μέχρι και σήμερα είναι ένα από τα δημοφιλέστερα και πιο πολύπλοκα ανοίγματα, με την θεωρητική διαμάχη γύρω από αυτήν να μαίνεται. Είναι ένα άνοιγμα που μόνο τυπικά ανήκει στα ανοικτά ανοίγματα (καθώς ξεκινάει με 1e4 e5), αλλά είναι στην ουσία πολύ διαφορετικό απ’ αυτά, με πλούσιο στρατηγικό περιεχόμενο.  Η εξέλιξη της, βοήθησε τόσο στην κατανόηση του τακτικού παιχνιδιού, όσο και του παιχνιδιού θέσεων (ποζισιονέλ).  Μέχρι το 1858 η Ισπανική δεν ήταν αρκετά δημοφιλής. Τα ανοικτά ανοίγματα και τα γκαμπί κυριαρχούσαν λόγω της κυριαρχίας της ρομαντικής σχολής, που πρέσβευε άμεση επίθεση με κάθε κόστος. Μετά το ματς όμως Μόρφυ – Άντερσεν του 1858 η Ισπανική αρχίζει να γίνεται το δημοφιλέστερο άνοιγμα. Τα λευκά με την κίνηση 3. Βb5, δεν στοχεύουν σε άμεση επίθεση, όπως ας πούμε με το Bc4 της Ιταλικής, που στοχεύει κατευθείαν στο αδύνατο f7. Υπονομεύουν όμως αμέσως το μαύρο κέντρο. Στα 1900 η Ισπανική είχε τη φήμη του καλύτερου ανοίγματος για τα λευκά. Κι όχι μόνο αυτό. Στους παίχτες με τα μαύρα είχε επικρατήσει ο λεγόμενος «ισπανικός τρόμος». Πώς να αντιμετωπιστεί ο «ισπανικός αξιωματικός» στο b5, που απειλούσε να καταστρέψει το μαύρο κέντρο εν τη γεννέση του; Αργότερα βρέθηκαν βέβαια σπουδαίες άμυνες για τα μαύρα, τα οποία πια δεν έχουν κανένα λόγο να αντιμετωπίζουν με δέος την «ισπανική παρτίδα». (Κανένα άνοιγμα δεν κερδίζει και κανένα δεν χάνει από μόνο του, έλεγε κάποιος μεγάλος μετρ). Μην ξεχνάμε ότι ο Βλάντιμιρ Κράμνικ παίζοντας με τα μαύρα την άμυνα Βερολίνου εναντίον της Ισπανικής, πήρε τον τίτλο από τον Γκάρι Κασπάροβ το 2000. Προχωρήσαμε όμως πολύ μπροστά. Ώρα να γυρίσουμε και πάλι πίσω.
Στα μέσα του 17ου αιώνα, κάνει την εμφάνιση της η πρώτη σκακιστική σχολή.
Είναι η ρομαντική σχολή (ή σχολή της αναγέννησης). Ως σχολή, εννοούμε μια ομάδα σκακιστών με κοινές αντιλήψεις, οι οποίοι δημιουργούν κοινή παράδοση. Στη σχολή αυτή, κυριαρχούν τα ιπποτικά ιδεώδη για κυριαρχία του πνεύματος πάνω στην ύλη. Φυσικό είναι να είναι στην πρώτη γραμμή οι θυσίες. Οι ρομαντικοί σκακιστές θυσιάζουν, καθώς θέλουν να επικρατήσουν με υλικό λιγότερο έναντι του αντιπάλου τους. Αυτό αποτελεί γι’ αυτούς το θρίαμβο του πνεύματος.
(Γκαμπί του Έβανς. Το λευκό b4 θυσιάζεται για να αλλάξει διαγώνιο ο μαύρος αξιωματικός και να παιχθεί με τέμπο η κίνηση c3)
Κυριότεροι εκπρόσωποι της ρομαντικής σχολής είναι οι Ισπανοί Λουίς Λουτσένα και Ρούι Λόπεζ και οι Ιταλοί Νταμιάνο, Πάολο Μπόι, Λεονάρντο, Πολέριο και Γιοακίνο Γκρέκο, ενώ τα ανοίγματα που χρησιμοποιούν είναι κυρίως το γκαμπί του βασιλιά και το γκαμπί του Έβανς, αλλά και η Ιταλική παρτίδα (1.e4 e5, 2.Nf3 Nc6, 3. Bc4 Bc5).

Ιταλική παρτίδα
Η ρομαντική αντίληψη κυριαρχεί ως το 1850, φτάνοντας στο απόγειο της με τον Γερμανό Άντολφ Άντερσεν (ξεχωριστό αφιέρωμα στον Άντερσεν θα υπάρξει σε επόμενο μέρος). Είχαν όμως ήδη φυτευτεί οι σπόροι που θα την ανέτρεπαν. Η Γαλλική σχολή, με κύριο εκπρόσωπο τον Φρανσουά Αντρέ Ντενικάν Φιλιντόρ και η Αγγλική (ως συνέχεια της Γαλλικής) γύρω από τον άξονα του Στάουντον, είχαν ρίξει ήδη αυτούς τους σπόρους, που φύτρωσαν τελικά στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και μετουσιώθηκαν στο πρόσωπο ενός ιδιοφυούς νεαρού από τον Νέο Κόσμο, του Πολ Μόρφι.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με την σειρά.
Για την ρομαντική σχολή το ιδεώδες ήταν η γρήγορη επίθεση εναντίον του αντίπαλου βασιλιά. Χωρίς καλά καλά να αναπτυχθούν οι δυνάμεις, οι ρομαντικοί σκακιστές εφορμούσαν γκρεμίζοντας τις γέφυρες πίσω τους. Τα πιόνια φυσικά δεν είχαν καμιά αξία, αποτελούσαν απλώς εμπόδιο και έπρεπε να φύγουν απ’ τη μέση για να ανοίξουν γραμμές στα κομμάτια. Οι θυσίες επιβάλλονταν, ενώ ήταν απρέπεια εκ μέρους του αντιπάλου αν δεν αποδεχόταν τη θυσία ή το γκαμπί. Το επίπεδο της άμυνας ήταν ανύπαρκτο, ενώ ούτε λόγος φυσικά για βαθύτερο στρατηγικό σχέδιο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κασπάροβ, ο τρόπος αυτός παιχνιδιού μοιάζει με τον τρόπο που θα έπαιζαν σήμερα δύο αρχάριοι, κάποιοι που μόλις έμαθαν τις κινήσεις. Σαχ με την πρώτη ευκαιρία, πρόωρη έξοδος της βασίλισσας και ορμητική επίθεση χωρίς πρώτα να έχουν αναπτυχθεί τα κομμάτια.

ΦΙΛΙΝΤΟΡ ΚΑΙ ΓΑΛΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
«Τα πιόνια είναι η ψυχή της παρτίδας!»

Φιλιντόρ
Το 1749 στη Γαλλία, ένας μουσικός και σκακιστής από χόμπι δημοσιεύει ένα βιβλίο με τίτλο «Ανάλυση του παιχνιδιού του σκακιού». Το όνομα του ήταν Φρανσουά Αντρέ Ντενικάν Φιλιντόρ. Ο Φιλιντόρ ήταν επιφανής μουσικός στην Γαλλία, από τους πρωτεργάτες και στυλοβάτες της κωμικής όπερας. Αλλά και στο πεδίο της «κανονικής» όπερας το έργο του  Ermelinde θεωρείται από τα αριστουργήματα του 18ου αιώνα.
Ο Φιλιντόρ άνηκε σε μουσική οικογένεια και στα 6 του χρόνια ήταν ήδη μέλος της χορωδίας του Σαπέλ Ρουαγιάλ στις Βερσαλίες. Ήταν μόλις 11 ετών όταν παίχθηκε δημόσια η πρώτη του σύνθεση.
Παράλληλα ήταν ένας σκακιστής έναν αιώνα και πλέον (κυριολεκτικά) μπροστά από την εποχή του.
Ο Φιλιντόρ έμαθε σκάκι επισκεπτόμενος το θρυλικό Καφέ ντε λα ρεζάνς, το οποίο εκτός των άλλων αποτελούσε σκακιστικό στέκι ως τις αρχές του 20ου αιώνα. Εκτός των γνωστών σκακιστών που έχουν παίξει σκάκι εκεί (όλοι οι μεγάλοι Γάλλοι σκακιστές της εποχής και επίσης οι Άντερσεν, Μόρφι, Στάμα, Χάρβιτς, Κιζερίτσι κτλ) παρτίδες σκακιού έπαιζαν εκεί και οι Γάλλοι φιλόσοφοι (Ντιντερό, Ρουσσώ, Βολταίρος κ.α.).  Το καφέ λειτουργούσε από το 1688, στέκι δε των Γάλλων σκακιστών έγινε από το 1740. Δάσκαλος του Φιλιντόρ στο καφέ υπήρξε ο Λεγκάλ. Σύντομα όμως ο Φιλιντόρ έδειξε ότι είχε μια ανώτερη κατανόηση του παιχνιδιού από τον δάσκαλο του και όχι μόνο.
Το σύγγραμμα του Φιλιντόρ «Ανάλυση του παιχνιδιού του σκακιού» 
 Ήταν ο πρώτος στρατηγικός παίχτης. Στο σύγγραμμα του παρουσίασε τις πρώτες αρχές του στρατηγικού παιχνιδιού. Και μόνο η ρήση του «τα πιόνια είναι η ψυχή της παρτίδας» σε μια εποχή που όλοι προσπαθούσαν να τα ξεφορτωθούν για …να μην εμποδίζουν τα κομμάτια (!) δείχνει πόσο διαφορετικά έβλεπε το παιχνίδι. Ο Φιλιντόρ συνέχισε, παραδίνοντας μας τα πρώτα μαθήματα περί πιονοδομής. Έγραφε χαρακτηριστικά ότι ο καθορισμός της θέσης προκύπτει από την τοποθέτηση των πιονιών και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε προσεχτικοί με τις κινήσεις τους. Στιβαρός σχηματισμός πιονιών και πίσω απ’ αυτά να αναπτυχθούν τα κομμάτια! Οι πρώτες αρχές του ποζισιονέλ παιχνιδιού, εμφανίστηκαν στο δικό του βιβλίο. Και όχι μόνο ότι αφορά τις πιονοδομές. Η έννοια της στρατηγικής θυσίας κάνει επίσης για πρώτη φορά την εμφάνιση της στο σύγγραμμα του μεγάλου Γάλλου καθώς και άλλες στρατηγικές έννοιες όπως ο «καλός» και ο «κακός» αξιωματικός. Φυσικά ήταν η πρώτη προσπάθεια και ο Φιλιντόρ μόνος και αβοήθητος δεν μπόρεσε να αναλύσει σε βάθος τις ιδέες του. Ήρθε όμως το πλήρωμα του χρόνου και αρχικά ο Μόρφι με το παιχνίδι του και κατόπιν ο Στάινιτς με τις θεωρίες του, συστηματοποίησαν αυτές τις αρχές και τις προχώρησαν σε βάθος. Ο Φιλιντόρ ήταν τόσο μπροστά που οι σύγχρονοι του, αλλά και νεότεροι ενώ γοητεύθηκαν από τις ιδέες του δεν μπορούσαν να τις κατανοήσουν πλήρως. Ταξίδευε επίσης αρκετά συχνά και ιδίως στο Λονδίνο. Εκεί νίκησε όλους τους ισχυρούς Άγγλους σκακιστές και τους επηρέασε με τις ιδέες του. Και επειδή στο Λονδίνο δεν ήταν τόσο ισχυρή η μουσική φήμη του, τον θεωρούσαν πρωτίστως σκακιστή, ενώ στη Γαλλία δεν έπαψε να θεωρείται πρώτα και κύρια μουσικός. Πολλοί Γάλλοι παίχτες, παρότι δεν κατανόησαν σε βάθος τις ιδέες του, σχημάτισαν έναν κύκλο γύρω του, και έτσι προέκυψε η Γαλλική σχολή, πρόδρομος της Αγγλικής αλλά και της κλασικής σχολής του Στάινιτς και αντίποδας από κάθε άποψη της ρομαντικής σχολής και της Ιταλικής σχολής της Μόντενα, για την οποία θα μιλήσουμε παρακάτω. Οι πιο επιφανείς σκακιστές της Γαλλικής σχολής εκτός από τον ίδιο τον Φιλιντόρ φυσικά, ήταν οι Λεγκάλ, Ντεσαπέλ, Λα Μπουρντοναί και Σαιν Αμάν. Το σύγγραμμα του Φιλιντόρ «Ανάλυση του παιχνιδιού του σκακιού» συνεχίζει να εκδίδεται μέχρι σήμερα και έχει ξεπεράσει τις 100 εκδόσεις.
άμυνα Φιλιντόρ
Υπάρχει επίσης ένα άνοιγμα που φέρει το όνομα του, η "άμυνα Φιλιντόρ" (1.e4 e5, 2.Nf3 d6).
Τα πρώτα «ψήγματα» στρατηγικής του παιχνιδιού είχαν κάνει την εμφάνιση τους και είχαν δημιουργήσει τις πρώτες ρωγμές στον ρομαντικό τρόπο αντίληψης του σκακιού. Ωστόσο ήταν ακόμη πολύ νωρίς για να επικρατήσουν ολοκληρωτικά. Μια νέα σχολή από την γειτονική Ιταλία, η Ιταλική σχολή ή σχολή της Μόντενα ερχόταν να δώσει νέα πνοή στα ρομαντικά ιδεώδη. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι ιδέες του Φιλιντόρ ήταν πολύ μπροστά από την εποχή, ήταν φυσικό να μην έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου ακόμα για μια συστηματική προσέγγιση του στρατηγικού παιχνιδιού. Οι θυσίες και οι θυελλώδεις επιθέσεις χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις από την τοποθέτηση των κομματιών στη σκακιέρα συνέχισαν να επικρατούν για αρκετά χρόνια ακόμα. Τα πιόνια και τα κομμάτια συνέχισαν να θυσιάζονται άκριτα. Ο Φιλιντόρ και η Γαλλική σχολή όμως, είχαν ανοίξει ένα μικρό μονοπάτι. Δεν θα αργούσε να γίνει λεωφόρος.


Μερικές παρτίδες του Φιλιντόρ:
Στην παρακάτω παρτίδα ο Φιλιντόρ παίζει "τυφλό σκάκι", καθώς και σ' αυτόν τον τομέα ήταν από τους πρωτοπόρους.
http://www.chessgames.com/perl/chessgame?gid=1257922

http://www.chessgames.com/perl/chessgame?gid=1257921

Δείγματα από την μουσική του:

http://www.youtube.com/watch?v=HLJvJT0Z7A0

http://www.youtube.com/watch?v=5S-1U...eature=related



                                                                       (συνεχίζεται)

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012

Ο Ταλ, ο Φίσερ και η κίνηση που γράφτηκε και δεν παίχθηκε ποτέ




Μίσα Ταλ
Η σχέση του Μίσα Ταλ με τον Μπόμπι Φίσερ, ξεκίνησε αμέσως μόλις ο πιτσιρικάς Αμερικανός άρχισε να εμφανίζεται στους διεθνείς στίβους και «έδωσε» αρκετά όμορφα επεισόδια στην σκακιστική ιστορία. Είναι γνωστό πως ο Ταλ συχνά υπέγραφε αυτόγραφα και για λογαριασμό του Φίσερ. Έλεγε «τον έχω κερδίσει τόσες φορές, που νομίζω πια ότι μπορώ να χρησιμοποιώ και την υπογραφή του».
Δεν είχαν μεγάλη διαφορά ηλικίας. 7 χρόνια τους χώριζαν. Το παρακάτω επεισόδιο, συνέβη το 1959 στο τουρνουά των διεκδικητών του παγκοσμίου τίτλου της Γιουγκοσλαβίας. Ο Ταλ ήταν τότε 23 ετών και ο Φίσερ 16. Στο τουρνουά συμμετείχαν ονόματα-θρύλοι. Ένας κι ένας. Ίσως ένα από τα ισχυρότερα που έγιναν ποτέ. Οι διεκδικητές ήταν (στον τελικό περίμενε ο Μποτβίνικ): Ταλ, Κέρες, Πετροσιάν, Σμίσλοβ, Φίσερ, Μπένκο, Όλαφσον και Γκλίγκοριτς. Παρ’ ότι θα περίμενε κανείς να έχει γοητευθεί ο έφηβος Φίσερ (ήταν ο μικρότερος) από κάποιον από τους μεγάλους και φημισμένους μετρ, αυτός είχε κολλήσει με τον αμέσως μεγαλύτερο, τον Ταλ.
Μπόμπι Φίσερ
Ο Φίσερ δεν έχανε ευκαιρία όταν ανέλυε ο Ταλ, να καθίσει δίπλα του. Έμενε με το στόμα ανοικτό, να παρακολουθεί τον «Μάγο της Ρίγα» να αναλύει. Είναι αλήθεια ότι ο Ταλ είχε μεγάλο ταλέντο και στην ανάλυση. Είχε και εκεί τον δικό του μοναδικό και δραματικό τρόπο να σε κάνει να κρέμεσαι από τα χείλη του. Όσοι είχαν την τύχη να τον παρακολουθήσουν ζωντανά, λένε πως τους συνέπαιρνε σε τέτοιο βαθμό, ώστε κάποια στιγμή έπιαναν τον εαυτό τους να έχει αγωνία για το ποιος θα κερδίσει.

Το συγκεκριμένο τουρνουά ήταν τετραπλών συναντήσεων. Στις 3 πρώτες παρτίδες του Ταλ με το Φίσερ, ο Μίσα ήταν αδυσώπητος. Έτσι το σκορ των προσωπικών τους αναμετρήσεων είχε φτάσει στο 3-0. Στον τελευταίο γύρο, ο Ταλ και ο Κέρες είχαν ξεφύγει από τους υπόλοιπους. Ο Μίσα είχε 1 βαθμό παραπάνω από τον Κέρες. Κανείς από τους άλλους δεν είχε ελπίδα να τους φτάσει. Ένας από τους δύο θα κέρδιζε το τουρνουά και θα προκρινόταν στον τελικό με τον Μποτβίνικ. Στην προτελευταία παρτίδα του 4ου γύρου, θα έπαιζαν για 4η φορά μεταξύ τους ο Ταλ και ο Φίσερ. Ο Μπόμπι δεν είχε ελπίδα να προκριθεί (ήταν από τις πρώτες του εμφανίσεις σε κορυφαία τουρνουά, μάζευε απλώς εμπειρίες καθώς ήταν μόλις 16 ετών). Ο Κέρες όμως έλπιζε ότι μπορεί ο Φίσερ να κόψει τον δρόμο του Ταλ, καθώς ο Μπόμπι είχε κάνει δημόσια δήλωση, πως θα παλέψει μέχρις εσχάτων για την νίκη, γιατί θα του έπεφτε βαρύ να χάσει και τις 4 παρτίδες από τον Ταλ. Στον Μίσα, θα αρκούσε και η ισοπαλία, αλλά ποιος ήταν αυτός που θα έπειθε τον Ταλ να παίξει για την ισοπαλία;
Ή για να το πω αλλιώς, ακόμα και να ήθελε, ήξερε να το κάνει;
Ο Φίσερ ήταν λευκός. Έπαιξε 1.ε4 και ο Ταλ απάντησε 1…γ5 και η Σικελική  ήταν πάνω στην σκακιέρα. Αυτός ο συνδυασμός (ο Μίσα, ο Μπόμπι και η Σικελική άμυνα) ήταν δεδομένο ότι θα προκαλούσε εκρήξεις μεγατόνων.
Ο Μπόμπι όρμησε σαν άγριο θηρίο, δείχνοντας ότι θέλει την νίκη και μόνο με κάθε κόστος και κάθε θυσία. Πράγματι «έβγαλε» καλή θέση. Ο Ταλ αντί να μαζευτεί και να σταθεροποιήσει την θέση του (του έκανε και η ισοπαλία, όπως είπαμε) όρμησε κι αυτός! Ο Κόμπλεντς (προπονητής του Ταλ) κόντευε να πάθει εγκεφαλικό. Αυτός ο παλαβός δεν κοίταζε το συμφέρον του  αλλά είχε όρεξη για παιχνιδάκια με …ένα παιδί από τις ΗΠΑ. Αυτός ήταν όμως ο Ταλ! Δημιουργήθηκαν τόσες περιπλοκές, που θα «κόλλαγε» και ένα σύγχρονο σκακιστικό πρόγραμμα!

Ο Γιούρι Άβερμπαχ ήταν παρόν στο τουρνουά ως θεατής. Χρησιμοποιώ τα δικά του λόγια: «Δεν άντεχα να παρακολουθώ άλλο αυτήν την απίστευτη σχοινοβασία και βγήκα για λίγο έξω από την αίθουσα, για να επιστρέψω αργότερα». Φανταστείτε τώρα τον Κόμπλεντς και τον Μικένας (προπονητής του Κέρες, ο οποίος όπως είπαμε ήταν άμεσα ενδιαφερόμενος για την αναμέτρηση).  Συνεχίζει ο Άβερμπαχ: «Όταν επέστρεψα, ο Κόμπλεντς και ο Μικένας ήταν σωριασμένοι στις θέσεις τους, κρατώντας την καρδιά τους και παίρνοντας ηρεμιστικά!»

Ο ίδιος ο Ταλ, αναφέρει:
«Μετά από μερικά λάθη που έκανα αισθάνθηκα ότι βρισκόμουν στο χείλος της αβύσσου, ιδίως καθώς ο Φίσερ έπαιζε ισχυρά και με μεγάλο αυτοέλεγχο. Ταυτόχρονα, καθώς ο Κέρες οσμιζόταν την μυρωδιά από το αίμα μου, άρχισε να πιέζει τον Γκλίγκοριτς με όλες του τις δυνάμεις.» (Εννοείται ότι οι παρτίδες διεξάγονταν ταυτόχρονα και μπορούσε ο κάθε παίχτης να δει τι γίνονταν στις υπόλοιπες μέσω των μαγνητικών σκακιερών όπου αναπαρίσταντο οι θέσεις για τους θεατές).
Επίσκεψη του Φίσερ στον Ταλ, στο νοσοκομείο
Η παρτίδα είχε φτάσει στην πιο κρίσιμη στιγμή της. Ο Ταλ εντόπισε μια κίνηση για τον Φίσερ που θα του έδινε μεγάλο πλεονέκτημα. Καθόταν σκεφτικός στην καρέκλα του και έλπιζε να μην δει ο Φίσερ αυτή τη δυνατότητα. Ο Μπόμπι την είδε. Όμως δεν ήταν σίγουρος. Κάτι το άσχημο σερί που είχε εναντίον του Ταλ, κάτι η πολυπλοκότητα της θέσης, ο Φίσερ δίσταζε…
Και τότε σκέφτηκε να «μετρήσει» τον Μίσα. Έπιασε το παρτιδόφυλλο και έγραψε την κίνηση (Rae1) πριν να την παίξει. Ακολούθως έσπρωξε με τέτοιο τρόπο το παρτιδόφυλλο στο τραπέζι, δήθεν αδέξια, ώστε να δει ο Ταλ την κίνηση. Δίνω και πάλι τον λόγο στον Μίσα:
«Αρχικά ο Φίσερ έγραψε την κίνηση 22.Rae1, η οποία ήταν αναμφίβολα η ισχυρότερη. Έπειτα έσπρωξε το παρτιδόφυλλο προς το μέρος μου κάπως αδέξια. Με δοκιμάζει, σκέφτηκα.» Αμέσως ο Ταλ, βρήκε την ψυχραιμία να αντιδράσει σωστά. Περιγράφει ο ίδιος:
«Ήθελα πολύ να αλλάξει την απόφαση του. Έτσι, σηκώθηκα ήρεμα και άρχισα να βηματίζω δίπλα από τη σκακιέρα. Αστειεύτηκα με κάποιον και επέστρεψα στην θέση μου με μια έκφραση ικανοποίησης. Ήμουν βέβαιος ότι όλο αυτό το διάστημα ο Φίσερ με παρακολουθούσε και δεν υπολόγιζε βαριάντες. Μου έριξε μια ακόμα ματιά. Την άντεξα. Έσβησε την κίνηση από το παρτιδόφυλλο και έδωσε το σαχ με την βασίλισσα».

Μετά από αυτό, ο Ταλ γύρισε την θέση (όχι εύκολα) και κέρδισε. Δεν άφησε τουλάχιστον τον Μπόμπι στην ησυχία του, αλλά του είπε μετά την παρτίδα: «Γιατί δεν έπαιξες 22.Rae1;» κι ο Μπόμπι του απάντησε «Γέλασες όταν την έγραψα!».  Ο τρομερός Μίσα, είχε τον τρόπο του, να επηρεάσει μια καθοριστική απόφαση του μικρού Μπόμπι. Κι ίσως αυτό το μικρό επεισόδιο να ήταν τόσο καθοριστικό, αφού ο Ταλ πέρασε στον τελικό και πήρε και τον τίτλο από τον Μποτβίνικ.

Η ΠΑΡΤΙΔΑ:

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2012

Βάικ Άαν Ζέε (TATA STEEL)

Συνεχίζεται σήμερα στο Βάικ Άαν Ζέε της Ολλανδίας το πανίσχυρο ομώνυμο παραδοσιακό τουρνουά, το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει μετονομαστεί σε TATA STEEL λόγω του χορηγού του.
Οι  συμμετοχές είναι και φέτος εντυπωσιακές καθώς συμμετέχουν 14 εκ των κορυφαίων σκακιστών του κόσμου στο group A, όπως ο Νο1 της παγκόσμιας κατάταξης Νορβηγός γρανμετρ Μάγκνους Κάρλσεν (elo 2835), ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής Βέσελιν Τοπάλοβ, ο διεκδικητής του παγκοσμίου τίτλου Μπόρις Γκέλφαντ και οι πανίσχυροι γκρανμετρ Λέβον Αρονιάν, Βασίλι Ιβαντσούκ, Τέιμουρ Ρατζιάμποβ, Γκάτα Κάμσκι, Χικάρου Νακαμούρα, Λουκ Βαν Βέλι, Φαμπιάνο Καρουάνα, Άνις Γκίρι, Σεργκέι Καριάκιν, Βούγκαρ Γκασίμοβ και Νταβίντ Ναβάρα.


Μετά τον χθεσινό 9ο γύρο, η βαθμολογία έχει ως εξής:



1.Aronian, L.
2.Carlsen, M.
Ivanchuk, V.
Radjabov, T.
5.Nakamura, H.5
6.Caruana, F.
Karjakin, S.
Van Wely, L.
9.Giri, A.
Kamsky, G.
Topalov, V.
4
12.Gashimov, V.
Gelfand, B.
14.Navara, D.
Οι παρτίδες ξεκινούν στις 14:30 ώρα Ελλάδος και μπορείτε να τις παρακολουθήσετε ζωντανά, μέσω του επίσημου ιστοτόπου του τουρνουά στην διεύθυνση:

http://www.tatasteelchess.com/tournament/livegames










Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2012

Uncrowned King: Ακίμπα Ρουμπινστάιν


ΑΚΙΜΠΑ ΡΟΥΜΠΙΝΣΤΑΪΝ

Δυο βραδιές στο Λοτζ

Στα 1901, το Λοτζ ήταν κάτι σαν σκακιστική πρωτεύουσα της Πολωνίας. Εκεί ζούσε ο ισχυρότερος παίχτης και πρωταθλητής της χώρας. Ο Σάλβε.
Στο καφενείο «Το Σκάκι», που ήταν ουσιαστικά η σκακιστική λέσχη της πόλης, ο Σάλβε παρέδιδε μαθήματα της τέχνης του, ενώ σκακιστές όλων των επιπέδων δημιουργούσαν κάθε μέρα ένα σκακιστικό πανηγύρι.
Ένα βράδι εκείνης της χρονιάς, η πόρτα του καφενείου άνοιξε και εμφανίστηκε στην είσοδο η μορφή ενός άγνωστου νέου. Οι θαμώνες τον καλωσόρισαν, κι άρχισαν τις ερωτήσεις. Ο νέος ήταν παθολογικά ντροπαλός. Κόμπιαζε καθώς μιλούσε. Οι συλλαβές έβγαιναν μια μια από το στόμα του, ενώ μεσολαβούσαν ήχοι – σχεδόν σαν λυγμοί. Τελικά κατάφερε να τους πει ότι έμαθε σκάκι πριν τρία χρόνια, στα 16 του. Μαγεύτηκε από το παιχνίδι και τον έφερε ως εδώ η επιθυμία του να γνωρίσει αυτό το σκακιστικό στέκι και βέβαια τον Σάλβε. Του πρότειναν να καθίσει.
Ο νεαρός έβλεπε με δέος και τρόμο τον Σάλβε να μετακινεί τα κομμάτια πάνω στη σκακιέρα. Ούτε που θα τολμούσε να καθίσει απέναντι του. Εκείνη τη μέρα δεν έπαιξε με κανέναν. Το επόμενο βράδι ήταν πάλι εκεί. Και το μεθεπόμενο. Τελικά, βρήκε το κουράγιο να παρακαλέσει έναν από τους πιο αδύναμους παίχτες να παίξει μαζί του.
«Μόνο μια χάρη» ψέλλισε συνεσταλμένα «…αν γίνεται, να παίξετε χωρίς τον έναν πύργο σας, γιατί…»
«Εντάξει, κανένα πρόβλημα», του απάντησε ο άλλος και κάθισαν στο τραπέζι. Ο νεαρός έχασε. Για αρκετές βδομάδες ήταν κάθε βράδι στο καφενείο, έψαχνε αδύναμους παίχτες, τους ζητούσε να παίξουν με υλικό λιγότερο και έχανε.
Μετά από μερικές βδομάδες, εξαφανίστηκε από το καφενείο.
Έλλειψε για αρκετό καιρό. Κάποιους μήνες.
Αμφιβάλλω αν κανείς στο καφενείο αισθάνθηκε την απουσία του.
Μια βραδιά, η πόρτα του καφενείου άνοιξε και πάλι και το ίδιο απρόσμενα, όπως και την πρώτη φορά, εμφανίστηκε ο ίδιος νέος.
Τώρα έδειχνε λίγο πιο σταθερός στις κινήσεις και την ομιλία του. Λίγα λεπτά αφότου μπήκε, ο Σάλβε τέλειωσε την παρτίδα που έπαιζε.
Προς μεγάλη έκπληξη όλων, ο νέος τράβηξε την καρέκλα του ως το τραπέζι του πρωταθλητή και του ζήτησε να παίξουν.
Μια βουή από κουβέντες και σχόλια που αναμείχθηκαν πλημμύρισε το καφενείο.
«Αυτός δεν είναι ο μαζέτας που τον κερδίζουν όλοι, ακόμα και χωρίς τους πύργους τους;»
«Ναι αυτός είναι. Και τι κάνει τώρα… ζητά απ’ τον Σάλβε να παίξουν;»
«Θα γελάσουμε με την ψυχή μας απόψε…»
Πράγματι, στο τέλος τις παρτίδας τα στόματα στο καφενείο ήταν ορθάνοιχτα, αλλά ήχος γέλιου στην αίθουσα δεν ακουγόταν.
Ο παράξενος και ντροπαλός νεαρός, ο Ακίμπα Ρουμπινστάιν, είχε νικήσει τον Σάλβε!

Ο ραβίνος της …Κάισσας
Ο Ακίμπα γεννήθηκε το 1882 στην πόλη Σταβίσκι της Πολωνίας. Ήταν το 12ο παιδί της φτωχής οικογένειας ενός δασκάλου. Οι γονείς του τον προόριζαν για ραβίνο. Πράγματι ο Ακίμπα έγινε σπουδαστής του Ταλμούδ. Τα πράγματα όμως στην ζωή, συχνά συμβαίνουν διαφορετικά από τον αρχικό προγραμματισμό τους. Βλέπετε, μια άλλη … «θεότητα» είχε επιλέξει για δικό της ασκητή τον Ακίμπα. Και η «θεότητα» τούτη, ξέρει τον τρόπο να μαγεύει τους πιστούς τους.
Η Κάισσα «εμφανίστηκε» στον Ακίμπα όταν ήταν 16 ετών. Το πάθος του νεαρού με τα ασπρόμαυρα τετράγωνα μπορεί να περιγραφεί μόνο με μία λέξη: Έρωτας.
Τρία χρόνια μετά,  ο έρωτας είχε φουντώσει τόσο, που ο ντροπαλός και συνεσταλμένος Ακίμπα, βρήκε τη δύναμη να σπάσει τα δεσμά του και να τον ακολουθήσει. Εγκατέλειψε την πόλη του και το ταλμούδ και εγκαταστάθηκε στο Λοτζ για να υπηρετήσει το σκάκι. Γι’ αυτόν πλέον, δεν υπήρχε τίποτα άλλο. Τους μήνες που μεσολάβησαν από την πρώτη ως τη δεύτερη επίσκεψη του στο καφενείο, είχε απομονωθεί και μελετούσε μόνος του.

Ο Ακίμπα δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε σκακιστική ιδιοφυία και το γνώριζε και ο ίδιος. Δεν ήταν ας πούμε Φίσερ, Ταλ, Κασπάροβ, Αλιέχιν, Λάσκερ, Καπαμπλάνκα. Παρεμπιπτόντως ο τεράστιος Κουβανός είχε πει κάποτε: «Με μια ματιά σε μια θέση, ξέρω τα πάντα. Τι έχει ήδη συμβεί. Τι πρόκειται να συμβεί. Εσείς χρειάζεται να το υπολογίσετε. Εγώ το ξέρω». Όσο και αν φαίνεται αλαζονικό, προσεγγίζει πραγματικά την ικανότητα του Καπαμπλάνκα, αλλά και των άλλων σκακιστών που ανέφερα, και αρκετών ακόμα. Όλων αυτών δηλαδή που θα τους χαρακτηρίζαμε σκακιστικές ιδιοφυίες (αν και ο Φίσερ δεν θα το δεχόταν αυτό, καθώς έλεγε ότι: «Ο Κασπάροβ, ναι, είναι πράγματι σκακιστική ιδιοφυία. Εγώ όμως δεν είμαι. Είμαι ιδιοφυία σκέτο. Με ότι και αν είχα ασχοληθεί το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο. Έτυχε να επιλέξω το σκάκι» Τι να κάνουμε, οι περισσότεροι παγκόσμιοι πρωταθλητές δεν είχαν σχέση με την μετριοφροσύνη. Ίσως γι’ αυτό και να έγιναν τέτοιοι).
Ο Ρούμπινσταϊν λοιπόν, δεν ήταν έμφυτο ταλέντο. Δεν είχε φυσική κλίση προς το σκάκι. Δεν ήταν όλα απλά γι’ αυτόν, σαν κάτι να ανάβλυζε από μέσα του, σαν μια προέκταση του εαυτού του, κάτι τέλοσπάντων που να του συνέβαινε φυσικά. Όχι, ήταν ένας ακούραστος εργάτης της τέχνης του. Ένας πιστός δίχως όρια. Ένας άνθρωπος που έπρεπε να μοχθήσει για να φτάσει εκεί που τα ταλέντα έφταναν (όχι χωρίς κόπο βέβαια) με πιο απλό τρόπο.
Ο Ριχάρδος Ρέτι, στο κλασικό πια βιβλίο του, «Μοντέρνες ιδέες στο σκάκι» (εκδόσεις Κέδρος) περιγράφει πολύ καλύτερα από μένα αυτό το γεγονός, οπότε ας του δώσω το λόγο:
«Στον Ρούμπινσταϊν δεν βλέπουμε ένα έμφυτο ταλέντο που αποκαλύπτεται χωρίς προσπάθεια από τη μεριά του κατόχου του, αλλά έναν πνευματικό αγωνιστή, που με μοναδική και βαθιά αφοσίωση στο έργο του, δαμάζει τις δυσκολίες που του παρουσιάζονται. Ο Ακίμπα είναι ο τύπος του άνδρα που ζει μόνο για το έργο που ο ίδιος έχει επιβάλει στον εαυτό του, ένας πραγματικός ασκητής…».
Αυτό το γεγονός «έβγαινε» στο στυλ του παιχνιδιού του Ακίμπα.
Το παιχνίδι του χαρακτηρίζεται από απλότητα και καθαρότητα. Τίποτε δεν είναι περιττό στον Ρούμπινσταϊν. Τα πάντα αναπτύσσονται με έναν τρόπο φυσικό. Απλό και θαυμαστό ταυτόχρονα. Οι «κατασκευές» του δεν έχουν τίποτα το εξεζητημένο. Τους αρκεί η απλότητα της τελειότητας τους. Λιτή, απέριττη αρχιτεκτονική. Γλυπτική, πες, καλύτερα.
Ο Ακίμπα προσέφερε πάρα πολλά στην θεωρία του σκακιού. Χωρίς να γράφει θεωρητικά άρθρα. Μόνο με το παιχνίδι του. Δεν «μίλαγε», δεν έγραφε γι’ αυτό. Ίσως από φόβο ότι τα λόγια και τις λέξεις δεν μπορούσε να τις χειριστεί με τον ίδιο τρόπο όπως τα κομμάτια. Θα χάλαγαν την μαγεία της τέχνης του. Αυτός ήταν ένας καλλιτέχνης σκακιστής. Τίποτα άλλο. Τι σημασία έχουν τα λόγια; Όπως ένας απλός, ταπεινός τεχνίτης, συνειδητός υπηρέτης της τέχνης του, δούλευε τα δημιουργήματα του και σιωπούσε γι’ αυτά. Ήξερε ότι είχε κάνει ήδη το χρέος του στην Κάισσα, ήξερε ότι είχε «ιερουργήσει» πάνω στην σκακιέρα. Δεν χρειαζόταν τίποτα άλλο. Θα ήταν περιττό. Και κάθε περιττό στοιχείο είχε εξοστρακιστεί από την τέχνη του Ακίμπα.
Εκτός από τις καινοτομίες του στα ανοίγματα, ήταν ο πρώτος που έδειξε πως πρέπει να χειριζόμαστε τις κλειστές θέσεις. Ο Ρούμπινσταϊν, στις κλειστές θέσεις, τοποθετούσε τα κομμάτια του με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι κατάλληλα τοποθετημένα, όχι εκείνη τη στιγμή, αλλά τη στιγμή που θα άνοιγε η θέση. Κάτι τέτοιο, είναι τώρα δεδομένο για κάθε σκακιστή. Τότε ήταν απλώς αδιανόητο. Ήταν επίσης ο πρώτος που συνέδεσε τον τύπο των ανοιγμάτων που χρησιμοποιούσε με τα είδη των φινάλε που προκύπτουν. Σήμερα κάτι τέτοιο είναι επίσης δεδομένο. Τότε δεν ήταν. Το πλέον εντυπωσιακό όμως στον Ρούμπινσταϊν ήταν η άφθαστη τεχνική στα φινάλε.

Συχνά ο Ακίμπα κατηγορήθηκε ότι έπαιζε μόνο συγκεκριμένα ανοίγματα και κυρίως γκαμπί της βασίλισσας.
Ο Ριχάρδος Ρέτι έχει την απάντηση και εδώ: «Ο Ακίμπα δεν είναι ένας άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Δεν είναι ένας βιρτουόζος, αλλά μάλλον ένας ιερέας της τέχνης του. Δεν μπορεί να διδάσκει την μια στιγμή την μια θρησκεία και την άλλη στιγμή μιαν άλλη. Δεν μπορεί ο Ρούμπινσταϊν για να ευχαριστήσει το κοινό ή για να δείξει ότι έχει μεγάλο ρεπερτόριο, να παίξει οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό που του υπαγορεύει η πεποίθηση του».
Το γκαμπί της βασίλισσας δεν ήταν απλώς ο σκακιστικός βίος του Ακίμπα. Ήταν ο βίος του.

Η πορεία του στον διεθνή σκακιστικό στίβο
Ο Ακίμπα δίνει σιμουλτανέ
Μετά την νίκη του στην παρτίδα επί του Σάλβε, διοργανώθηκε ένα ματς μεταξύ τους, το οποίο έληξε ισόπαλο. Ακολούθησε άλλο ένα, στο οποίο ο Ρούμπινσταϊν νίκησε. Αν δεν ήταν ήδη ο κορυφαίος παίχτης στην Πολωνία, τότε τουλάχιστον ήταν ισάξιος του Σάλβε.
Έτσι ξεκίνησε η διεθνής καριέρα του. Πολλές και μεγάλες επιτυχίες σημειώθηκαν μέχρι το 1912. Εκείνη όμως η χρονιά ήταν ανεπανάληπτη. Πήρε μέρος σε 5 πανίσχυρα διεθνή τουρνουά και τα κέρδισε όλα! Το 1912 ονομάστηκε «έτος Ρούμπινστάιν». Όλος ο κόσμος περίμενε τώρα να προκαλέσει τον Εμμάνουελ Λάσκερ σε ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Παρά την έμφυτη ντροπαλοσύνη του και τον κλειστό γενικά χαρακτήρα του, ο Ακίμπα το έκανε. Ο Λάσκερ δέχθηκε και έτσι το ματς ορίστηκε για το φθινόπωρο του 1914.
Δυστυχώς όμως ο «μεγάλος Ακίμπα» (έτσι τον χαρακτηρίζει ο Κασπάροβ στον πρώτο τόμο του εξαιρετικού έργου του «Οι μεγάλοι προκάτοχοι μου») έπεσε θύμα ενός «συνδυασμού» και έγινε ματ, πριν καθίσει στην σκακιέρα απέναντι στον Λάσκερ.
Καταρχήν, σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα (κάτι για το οποίο προϊδέαζε ο χαρακτήρας του και η γενικότερη στάση του) έκαναν την εμφάνιση τους (αργότερα εξελίχθηκαν σε διανοητική ασθένεια). Δεν εμφανίστηκαν όμως μόνον αυτά. Έκανε την εμφάνιση του και ο Καπαμπλάνκα, η σκακιστική ιδιοφυία από την Κούβα, που πρόβαλε ως νέος διεκδικητής. Προσθέστε και τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο και θα δείτε γιατί το ματς αυτό δεν έγινε τελικά ποτέ. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και κανένα άλλο ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα, μέχρι το 1921, όταν τελικά ο «Κάπα» εκθρόνισε τον Λάσκερ μετά από 27 χρόνια.
Ο Ακίμπα δεν ήταν σε καλή ψυχολογική κατάσταση. Παρ’ όλα αυτά βρήκε το σθένος να προκαλέσει τον νέο παγκόσμιο πρωταθλητή.
Ο Καπαμπλάνκα δέχθηκε και έτσι φάνηκε ότι επιτέλους ο Ακίμπα θα έπαιζε ένα ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Όμως δυστυχώς, ούτε αυτή τη φορά το ματς έγινε. Ο Ακίμπα δεν βρήκε χρηματοδότες για το παιχνίδι. (Ο Λάσκερ μετά από αγώνες χρόνων είχε καταφέρει να φέρει κάπως τον επαγγελματισμό στο σκάκι, τουλάχιστον στο κορυφαίο επίπεδο. Για τους παγκόσμιους πρωταθλητές πια προβλεπόταν αμοιβή. Βέβαια δεν αναλάμβανε καμιά ομοσπονδία κάτι τέτοιο ακόμα, αλλά έπρεπε ο κάθε παίχτης να βρει χορηγούς.)
Κανένας, φαίνεται, δεν πίστευε πια στον Ακίμπα. Σε όλους φαινόταν κουτσό άλογο. Κρίμα, γιατί παρ’ ότι η ασθένεια του χειροτέρεψε και υπονόμευε συνεχώς την αυτοπεποίθηση του, ο Ακίμπα κατάφερε μέχρι το 1932 που εγκατέλειψε το αγωνιστικό σκάκι, να είναι μέσα στους κορυφαίους.
Τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, ως το θάνατο του το 1961, τα πέρασε στο Βέλγιο, με την οικογένεια του.

Αυτός ο τεράστιος παίχτης, δεν έπαιξε καν τελικό. Έμεινε στην ιστορία ως ο uncrowned king, ο βασιλιάς δίχως στέμμα. Δεν πειράζει. Δεν έχει σημασία. Ο Ακίμπα υπηρέτησε ευλαβικά την τέχνη την οποία διάλεξε (ή τον διάλεξε). Με ή χωρίς παγκόσμιο τίτλο, δεν έχει καμία διαφορά. Εξάλλου τα μεγάλα καλλιτεχνικά δημιουργήματα, δεν βαθμολογούνται.
Πέρα από όλα αυτά, ο Ρουμπινσταϊν νίκησε τον χρόνο. Είναι μέχρι σήμερα επίκαιρος. Όλοι οι μεγάλοι μετρ τον υμνούν. Οι παρτίδες του, παραμένουν οδηγός.
  


Η ΠΑΡΤΙΔΑ
Η επόμενη παρτίδα, παίχθηκε το 1907 στο Λοτζ μεταξύ του Ρότλεβι και του Ακίμπα. Ο Ρούμπινστάιν χρησιμοποίησε την άμυνα Τάρρας στο μη αποδεκτό γκαμπί της Βασίλισσας. Χαρακτηρίζεται από όλους ως η αθάνατη του, αν και ο Ακίμπα δεν έπαιξε πολλές «θνητές» παρτίδες. Οι περισσότερες αθάνατες θα μείνουν.

Ρότλεβι - Ρουμπινστάιν 0-1






Το παραπάνω κείμενο το δημοσίευσα πρώτη φορά πριν από περίπου ένα χρόνο, στο rocking.gr ως ένα μικρό αφιέρωμα στον μεγάλο Ακίμπα.

Καλώς ορίσατε στο blog του Σκακιστικού Ομίλου Ανωγείων

Σικελική Άμυνα, βαριάντα του δράκου


Ο Σκακιστικός Όμιλος Ανωγείων ξεκίνησε την λειτουργία του στις 14/1/2012 δημιουργώντας τμήματα εκμάθησης σκακιού για αρχάριους και προχωρημένους, με απώτερο στόχο την εισαγωγή του παιχνιδιού στο χωριό μας και κυρίως στις μικρές ηλικίες, αλλά και την δημιουργία αγωνιστικού τμήματος το οποίο θα συμμετέχει στις διοργανώσεις της Ελληνικής Σκακιστικής Ομοσπονδίας και σε διάφορα άλλα τουρνουά.
Μέσα από το παρόν blog, θα παρακολουθούμε τις δραστηριότητες του συλλόγου μας και φυσικά ότι αφορά το αγαπημένο μας παιχνίδι, σε πανελλήνιο και διεθνές επίπεδο, καθώς και ότι άλλα ζητήματα αφορούν (πέραν του σκακιού) τον τόπο μας.


Σας καλωσορίζουμε στο blog μας!